Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΔΙΑΔΙΚΟΥ

238/2011 ΑΠ ( 551427)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΕΔΙΚΠΟΛ 2011/29, ΧΡΙΔ 2011/675)
Δικονομία πολιτική. Ικανότητα διαδίκου. Τέτοια ικανότητα έχουν και οι ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα. Στο δικαστήριο παρίστανται από το πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η διαχείρισή τους. Συνιδιοκτησία. Γ.Σ. συνιδιοκτητών. Εκπροσωπείται από το διαχειριστή αυτής.
Τρόπος διορισμού του και αρμοδιότητές του. Ανάκληση του διορισμού του. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση, επειδή άφησε αίτηση αδίκαστη. (Αναιρεί την υπ΄ αριθμ. 842/2009 απόφαση ΕφΑθ).


Αριθμός 238/2011

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ` Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Χαράλαμπο Ζώη, Αντιπρόεδρο του Αρείου
Πάγου, Γεωργία Λαλούση, Βασιλική Θάνου - Χριστοφίλου, Δημητρούλα Υφαντή και
Ιωάννα Λούκα, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Νοεμβρίου 2010, με
την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Α. χήρας Η. Κ., 2) Σ. Κ. του Η., 3) Π. Κ. του Η., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ζωή Σπυροπούλου και κατέθεσαν προτάσεις.

Του αναιρεσιβλήτου: Α. ή Α. Κ., κατοίκου ...... , ο οποίος παραστάθηκε μετά του
πληρεξουσίου δικηγόρου του Αθανάσιου Κονταξή και κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 25/7/2005 αντίθετες αγωγές των ως άνω
διαδίκων, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και
συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2816/2007 οριστική του ίδιου
Δικαστηρίου και 842/2009 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας
απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 7/7/2009 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι
διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης
Γεωργία Λαλούση ανέγνωσε την από 1/11/2010 έκθεσή της, με την οποία
εισηγήθηκε την παραδοχή του δεύτερου λόγου της αναίρεσης και την απόρριψη
των λοιπών. Η πληρεξούσια των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της
αιτήσεως, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την
καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά το άρθρο 62 εδ. β` ΚΠολΔ "ενώσεις προσώπων που επιδιώκουν κάποιο
σκοπό, χωρίς να είναι σωματεία, καθώς και εταιρίες που δεν έχουν νομική
προσωπικότητα μπορούν να είναι διάδικοι", και κατά το άρθρο 64 παράγραφος 3
του ίδιου κώδικα "οι ενώσεις προσώπων που επιδιώκουν κάποιο σκοπό, χωρίς να
αποτελούν σωματείο, καθώς και οι εταιρίες που δεν έχουν νομική
προσωπικότητα, παρίστανται στο δικαστήριο με τα πρόσωπα, στα οποία έχει
ανατεθεί η διαχείριση των υποθέσεών τους". Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 του Ν
3741/1929 "1. Επιτρέπεται εις τους συνιδιοκτήτας ίνα δι` ιδιαιτέρας
συμφωνίας, εις ην είναι απαραίτητος η κοινή πάντων συναίνεσις κανονίσωσι τα
της συνιδιοκτησίας δικαιώματα και υποχρεώσεις, να καθορίσωσι γενικάς
συνελεύσεις και να δώσωσιν εις καθορισμένην πλειοψηφίαν, δυναμένην να
μεταβληθή αναλόγως της σοβαρότητος των ληφθησομένων αποφάσεων, το δικαίωμα
να λαμβάνη εν τω κοινώ συμφέροντι πάσαν απόφασιν σχετικήν με την συντήρησιν,
βελτίωσιν και χρήσιν των κοινών μερών της οικίας. 2. Οι συνιδιοκτήται
δύνανται, εν ελλείψει παντός κανονισμού κατά τα ανωτέρω, και δια παμψηφίας
να ορίσωσιν ένα διαχειριστήν παρέχοντες αυτώ δικαιώματα διαχειρίσεως τα
πλέον εκτεταμένα, συμπεριλαμβανομένων των της εκτελέσεως των εργασιών της
συντηρήσεως της κατανομής των δαπανών και βαρών και της επ` ονόματί του επί
δικαστηρίων παραστάσεως είτε ως εναγομένου είτε ως ενάγοντος. 3. Εάν δεν
υπάρχη αντίθετος συμφωνία, ο διαχειριστής δεν δύναται ν` απολυθή ειμή δια
πλειοψηφίας των ιδιοκτητών συνερχομένων εις Γενικήν Συνέλευσιν και εχόντων
αριθμόν ψήφων ανάλογον προς την αξίαν των επί των αδιαιρέτων μερών του
ακινήτου δικαιωμάτων των, .. ...". Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών
προκύπτει ότι η συνέλευση των συνιδιοκτητών πολυώροφης οικοδομής, αν δεν
υπάρχει πρόβλεψη στον κανονισμό, μπορεί να ορίσει διαχειριστή, είτε με
παμψηφία, είτε με πλειοψηφία. Ο διορισμός διαχειριστή γίνεται στα πλαίσια
της εξουσίας των κοινωνών για διοίκηση του κοινού, μπορεί δε αυτός να είναι
κοινωνός ή τρίτος, ενώ η απόφαση των κοινωνών δεν υπόκειται σε τύπο. Εξάλλου
η σχέση που συνδέει το διαχειριστή με τους κοινωνούς εφόσον δεν έχει
συμφωνηθεί αμοιβή είναι αυτή της εντολής. Η εξουσία αντιπροσώπευσης του
διαχειριστή καλύπτει κάθε δικαστική και εξώδικη ενέργεια, διαρκεί δε μέχρι
την ανάκλησή του, η οποία αποτελεί τροποποίηση της απόφασης διορισμού του
και κατά συνέπεια υπόκειται στις προϋποθέσεις με τις οποίες τροποποιείται η
απόφαση αυτή. Αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, η ανάκληση γίνεται με
απόφαση της γενικής συνέλευσης, λαμβανόμενη κατά πλειοψηφία και έτσι, όταν
με την απόφαση του αρχικού διορισμού από την παμψηφία ή την πλειοψηφία των
κοινωνών μεσολαβήσουν νεότερα γεγονότα που επιβάλλουν την αλλαγή του τρόπου
διοίκησης, και κάποιοι από τους κοινωνούς διαφωνούν με τον τρόπο εκτέλεσης
της εντολής από το διαχειριστή, μπορεί να ζητηθεί η αλλαγή αυτού από τη
γενική συνέλευση και σε περίπτωση αδυναμίας να γίνει προσφυγή στο
δικαστήριο. Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο με την προσβαλλόμενη
απόφαση δέχθηκε τα ακόλουθα, κρίσιμα για την τύχη της αναίρεσης, πραγματικά
περιστατικά: "Οι εναγόμενοι της πρώτης αγωγής είναι συγκύριοι κατά ποσοστό
2/8 εξ αδιαιρέτου η πρώτη και κατά ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου καθένας από
τους δεύτερο και τρίτη τούτων, τέκνα της πρώτης, χωριστών ιδιοκτησιών στην
τετραώροφη οικοδομή, που βρίσκεται στην ... , στην οδό ...... αριθ ... και
συγκεκριμένα των αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών (οροφοδιαμερισμάτων) του
δεύτερου και τέταρτου πάνω από την πιλοτή ορόφων. Η οικοδομή αυτή έχει
υπαχθεί στο καθεστώς της οριζόντιας, κατά την έννοια των άρθρων 1002 και 117
του ΑΚ και των διατάξεων του ν. 3741/1929, με βάση την .../3-9-1979 πράξη
σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών Γρηγορίου
Καβαλέκα, που έχει μεταγραφεί νόμιμα, οι δε σχέσεις των συνιδιοκτητών μεταξύ
τους διέπονται από τον περιεχόμενο στη συστατική της οροφοκτησίας πράξη
κανονισμό, που και αυτός μεταγράφηκε. Ο ενάγων είναι επικαρπωτής της
οριζόντιας ιδιοκτησίας (οροφοδιαμερίσματος) του πρώτου πάνω από την πιλοτή
ορόφου, ενώ την ψιλή κυριότητα αυτής έχει ο (μη διάδικος) γιος του Π. Κ..

Είναι αναγκαίο να παρατηρηθεί, σε σχέση με το οροφοδιαμέρισμα του τρίτου
πάνω από την πιλοτή ορόφου, ότι ο ενάγων επικαρπωτής αυτού, με μονομερή
δήλωσή του, που καταχωρίστηκε στην .../20-12-1993 πράξη της συμβολαιογράφου
Αθηνών Αικατερίνης Γλέζου, η οποία κοινοποιήθηκε στην ψιλή κυρία, θυγατέρα
του, Σ. Κ., επίσης μη διάδικο στην παρούσα δίκη, και μεταγράφηκε,
παραιτήθηκε από την επικαρπία, κατά τους ορισμούς της διάταξης του άρθρου
1169 ΑΚ. Με συνέπεια, η επικαρπία να επιστρέψει αυτοδίκαια στην, ως άνω,
ψιλή κυρία, η οποία και είναι ιδιοκτήτρια του εν λόγω διαμερίσματος,
συνακόλουθα δε υπόχρεη απέναντι στους λοιπούς συνιδιοκτήτες και για την
καταβολή των κοινών δαπανών, κατά το ποσοστό συμμετοχής της συγκεκριμένης
χωριστής ιδιοκτησίας στις δαπάνες αυτές. Όλα τα πιο πάνω περιστατικά
συνομολογούνται από τα διάδικα μέρη, αποδεικνύονται δε και από τα σχετικά
έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζουν με επίκλησή τους, δηλαδή από
τη συστατική της οροφοκτησίας πράξη και τον κανονισμό της πολυώροφης
οικοδομής, σε συνδυασμό με τους μεταβιβαστικούς τίτλους, νόμιμα,
μεταγεγραμμένους. . .. Ο ενάγων είναι, επίσης, νόμιμος διαχειριστής και
εκπρόσωπος της ένωσης των συνιδιοκτητών της ίδιας οικοδομής, έχει δε οριστεί
με σύμφωνη γνώμη και του δικαιοπαρόχου των εναγομένων, αδελφού του, Η. Κ.,
από τον Σεπτέμβριο του έτους 1995. Με την ιδιότητά του αυτή παραστάθηκε
νόμιμα στο πρωτόδικο δικαστήριο και παρίσταται ήδη ενώπιον του παρόντος
δικαστηρίου, αφού, κατά το χρόνο που μεσολάβησε, δεν εκλέχτηκε από τη γενική
συνέλευση των συνιδιοκτητών νέος διαχειριστής, γεγονός το οποίο
συνομολογείται και από τους εναγομένους. Αυτό σημαίνει ότι η εξουσία
εκπροσώπησης της συνιδιοκτησίας, που παρασχέθηκε στον ενάγοντα, παρατείνεται
μέχρι την αντικατάστασή του από το νέο διαχειριστή". Μετά τις παραδοχές
αυτές το Εφετείο το Εφετείο απέρριψε το λόγο της έφεσης των αναιρεσειόντων
με τον οποίο αυτοί παραπονούνταν, επειδή το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε
την ένσταση έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης του αναιρεσιβλήτου, κρίνοντας
ότι αυτός νομιμοποιείται στην αξίωση καταβολής του ποσοστού των κοινοχρήστων
δαπανών. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, εφόσον, σύμφωνα με τις παραδοχές,
δεν έχει ανακληθεί η εντολή προς τον αναιρεσείβλητο διαχειριστή της
συνιδιοκτησίας της πολυώροφης οικοδομής από τη γενική συνέλευση, ούτε οι
αναιρεσείοντες έχουν προσφύγει στο δικαστήριο για αλλαγή του τρόπου
διοίκησης και του διαχειριστή, δεν παραβίασε τις προαναφερόμενες διατάξεις
ουσιαστικού δικαίου σχετικά με την ύπαρξη εξουσίας εκπροσώπησης των
συνιδιοκτητών και την ενεργητική νομιμοποίηση του αναιρεσιβλήτου και ο
πρώτος λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος. Περαιτέρω και η αποδιδόμενη με
τον ίδιο λόγο, καθώς και τον τρίτο λόγο της αναίρεσης πλημμέλεια από τον
αριθμό 10 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ότι το Εφετείο παρά το νόμο δέχθηκε πράγματα
που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη
είναι αβάσιμη, διότι από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το
δικαστήριο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα λαμβάνοντας υπόψη τις
καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου
και όλα τα έγγραφα που είχαν νόμιμα προσκομίσει με επίκληση οι διάδικοι.

ΙΙ. Κατά τον αριθμό 9 περίπτωση γ` του άρθρου 559 ΚΠολΔ αναίρεση
επιτρέπεται και αν το δικαστήριο άφησε αίτηση αδίκαστη, της αγωγής ή της
έφεσης. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ δε η άσκηση του
δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η
καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του
δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής για να θεωρηθεί η άσκηση
του δικαιώματος ως καταχρηστική, θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που
επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός
του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου
ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που
μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν
τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή
την άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου
κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 17/1995). Στην προκείμενη περίπτωση οι
αναιρεσείοντες είχαν προτείνει ενώπιον του πρωτόδικου ένσταση καταχρηστικής
άσκησης του δικαιώματος για την άσκηση δικαιώματος καταβολής κοινοχρήστων
δαπανών και για τον τέταρτο όροφο της οικοδομής, ο οποίος δεν έχει
αποπερατωθεί και δεν χρησιμοποιείται. Την ένσταση αυτή δεν εξέτασε το
πρωτοβάθμιο δικαστήριο και οι αναιρεσείοντες επανέφεραν τον ισχυρισμό τους
με το δεύτερο λόγο της έφεσή τους. Ειδικότερα, οι αναιρεσείοντες εκθέτουν
ότι ο δικαιοπάροχός τους (σύζυγος και πατέρας αυτών) είχαν συμφωνήσει με τον
ενάγοντα (αδελφό του και συγκύριο τότε της οικοδομής) ότι ο τέταρτος όροφος
δεν θα συμμετείχε στην πληρωμή κοινοχρήστων δαπανών μέχρις ότου αποπερατωθεί
και αρχίσει να λειτουργεί ως κατοικία. Η συμφωνία αυτή τηρήθηκε απαρέγκλιτα
από το έτος 1994 έως το 2002, από το οποίο ο ενάγων κακόπιστα και
καταχρηστικά άρχισε να κατανέμει δαπάνες και για τον τέταρτο όροφο, που δεν
λειτουργεί. Τον λόγο αυτό της έφεσης το Εφετείο, όπως προκύπτει από την
προσβαλλόμενη απόφαση, δεν εξέτασε υποπίπτοντας έτσι στην πλημμέλεια από τον
αριθμό 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Ο δεύτερος λόγος της αναίρεσης, επομένως,
είναι βάσιμος.

III. Kατ` ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη
απόφαση κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος ήτοι για τη μη εξέταση του
δευτέρου λόγου της έφεσης των αναιρεσειόντων που αναφέρεται στην πρόταση της
ένστασης κατάχρησης δικαιώματος, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατά
το αναιρούμενο μέρος στο Εφετείο Αθηνών, η συγκρότηση του οποίου από άλλους
δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως είναι δυνατή (άρθρο
580 παρ 3 ΚΠολΔ). Επίσης ο αναιρεσίβλητος πρέπει να καταδικαστεί, ως
ηττηθείς στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 842/2009 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, κατά το αναφερόμενο στο
σκεπτικό μέρος.

Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση κατά το ανωτέρω αναιρούμενο
μέρος στο ίδιο Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές,
εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, την
οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2700) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 15 Δεκεμβρίου 2010.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17
Φεβρουαρίου 2011.


Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Δημοφιλείς αναρτήσεις