Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016

ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ

11163/2014 ΠΠΡ ΘΕΣΣΑΛ ( 627744)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Κατάχρηση δικαιώματος. Εννοια - προϋποθέσεις. Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος δανειστή να εισπράξει την απαίτησή του. Πρόωρη άσκηση με επαχθείς συνέπειες στον οφειλέτη. Καταγγελία συμβάσεως δανείου από Τράπεζα και έκδοση διαταγής πληρωμής. Ακυρότητα λόγω καταχρηστικότητας.


(Η αναλυτική περίληψη θα εισαχθεί προσεχώς).
Η απόφαση αυτή εισήχθη στη ΝΟΜΟΣ με επιμέλεια του συνδρομητή μας κου Ευθυμίου Αναγνώστου, δικηγόρου Θεσσαλονίκης.
Αριθμός απόφασης 11163/2014
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης ανακοπής 7186/2012

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Μαρία Σπυρίδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Σοφία Λυμπεριάδου, Πρωτοδίκη - Εισηγήτρια, Αντώνιο Βαθρακοκοίλη, Πρωτοδίκη και από τη Γραμματέα Αναστασία Γιουβανούδη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στη Θεσσαλονίκη την 131 Ιανουαρίου 2014 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ".............." και το διακριτικό τίτλο «..............» που εδρεύει στο Δήμο Πυλαίας - Χορτιάτη και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) .............., κατοίκου Φιλύρου Θεσσαλονίκης και 3) .............., κατοίκου Φιλύρου Θεσσαλονίκης, που παραστάθηκαν η πρώτη και η τρίτη δια και ο δεύτερος μετά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Θεσσαλονίκης Ευθυμίου Αναγνώστου (ΑΜΔΣΘ 4204), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘ` ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «..............» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Θεσσαλονίκης Λίζα Μικέλλη - Γαλλή (ΑΜΔΣΘ 4014), η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 1.3.2012 ανακοπή τους που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 7186/2.3.2012, προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο της 14.1.2013 και γράφτηκε στο πινάκιο, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν στο ακροατήριο ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι ανακόπτοντες ζητούν με την κρινόμενη ανακοπή να ακυρωθεί για τους αναφερόμενους σ` αυτή λόγους η υπ` αριθ. 1829/2012 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία υποχρεώθηκαν, για απαίτηση που αφορά υπόλοιπο από σύμβαση δανείου, να καταβάλουν οι ολόκληρον ο καθένας στην καθ` ης η ανακοπή, το ποσό των 203.689,41 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων.

Η ανακοπή αρμοδίως εισάγεται στο Δικαστήριο αυτό κατά την τακτική διαδικασία, διότι αφενός η διαφορά από την απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, αφετέρου δε ασκήθηκε αυτή πριν από την 2-4-2012, οπότε άρχισε να ισχύει η αντικατασταθείσα με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 4055/2012 διάταξη του άρθρου 632 του ΚΠολΔ, και έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 632 και 585 ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως να ερευνηθεί αν οι λόγοι της είναι νόμιμοι και βάσιμοι (άρθ. 633 ΚΠολΔ).Κατά το άρθρ. 281 AK η άσκηση του δικαιώματος, όπως αυτό της καταγγελίας της σύμβασης, απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, όμως μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσει ως καταχρηστική την άσκηση του, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και με άλλες περιστάσεις, όπως συμβαίνει όταν ο δανειστής δεν έχει στην πραγματικότητα συμφέρον από την άσκηση του δικαιώματός του. Στο πλαίσιο αυτό ο δανειστής, ο οποίος ασκώντας συμβατικό δικαίωμα του επιδιώκει την είσπραξη της απαίτησής του, ενεργεί ασφαλώς προς ικανοποίηση θεμιτού συμφέροντος του, συνυφασμένου με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας αυτός ελεύθερα κατν αρχήν αποφασίζει, εκτός και πάλι αν η συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και μάλιστα προφανής αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος (ΑΠ 1472/2004). Αυτό συμβαίνει και όταν η συμπεριφορά του δανειστή που προηγήθηκε της άσκησης του δικαιώματός του, σε συνδυασμό με την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε στο μεσοδιάστημα, δημιούργησαν στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι ο δανειστής δεν θα ασκούσε το δικαίωμά του στο χρόνο που το άσκησε, μ` αποτέλεσμα η πρόωρη άσκησή του να προκαλεί επαχθείς συνέπειες στον οφειλέτη και να εμφανίζεται έτσι αδικαιολόγητη και καταχρηστική (ΑΠ 1352/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής τυγχάνει ακυρωτέα, διότι η καταγγελία εκ μέρους της καθ` ης η ανακοπή της ένδικης υπ` αριθ. ............/3-5-2007 σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου ποσού 350.000 ευρώ, για ανέγερση από αυτούς οικοδομικού συγκροτήματος κατοικιών οτη Χαλκιδική, έγινε κατά κατάχρηση δικαιώματος και ειδικότερα σε πλήρη και προφανή αντίθεση προς τα επιβαλλόμενα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Οτι ειδικότερα η καθ` ης η ανακοπή προέβη στην σύναψη της ένδικης σύμβασης με την πρώτη εξ αυτών και στην εκταμίευση του ως άνω ποσού του δανείου, ενώ προηγουμένως είχε εξασφαλιστεί εμπραγμάτως με την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί των ακινήτων της τρίτης εξ αυτών και άτυπα είχε συμφωνηθεί μεταξύ τους ότι η αποπληρωμή των δόσεων του δανείου θα γίνεται με το τίμημα της σταδιακής πώλησης των ακινήτων της τρίτης εξ αυτών, που θα καταβάλλονταν απευθείας στην καθ` ης από τον εκάστοτε αγοραστή, αφού βεβαίως θα συναινούσε η καθ` ης στην μερική εξάλειψη της προσημείωσης που αντιστοιχούσε στην κάθε φορά προς πώληση κατοικία. Οτι μολονότι η καθ` ης είχε συναινέσει προηγουμένως περί τα μέσα του έτους 2010 στην μερική εξάλειψη της προσημείωσης επί μίας κατοικίας της τρίτης εξ αυτών, η οποία πωλήθηκε και εισέπραξε αυτή η ίδια το τίμημα της πώλησης και ενώ οι ίδιοι ήταν συνεπείς μέχρι τότε στην εμπρόθεσμη πληρωμή των δόσεων του δανείου, απομένοντας υπόλοιπο ποσό 160.000 ευρώ πλέον τόκων, η καθ` ης, μολονότι τους δημιούργησε αρχικώς την πεποίθηση ότι θα συναινούσε περαιτέρω στην μερική εξάλειψη προσημείωσης επί μίας άλλης κατοικίας της τρίτης εξ αυτών για την οποία είχαν εξεύρει αγοραστή και το συμφωνηθέν τίμημα ποσού 6ο.οοο θα καταβαλλόταν απευθείας στην ίδια (καθ` ης), μειώνοντας ισόποσα το υπόλοιπο ποσό του δανείου, οπότε και αυτοί έλαβαν προκαταβολή από τον αγοραστή και επιμελήθηκαν όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την πώληση της εν λόγω κατοικίας, οι οποίες σημειωτέον ήταν χρονοβόρες λόγω της αλλοδαπής καταγωγής του αγοραστή και απαιτούνταν για την αγορά από αυτόν έγκριση από το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας, εντούτοις, αδικαιολόγητα δεν συναίνεσε, παρά τις συνεχείς οχλήσεις και διαμαρτυρίες των ίδιων προς αυτήν, στην εξάλειψη της προσημείωσης. Οτι εξαιτίας της άρνησης της καθ` ης να συναινέσει στην μερική εξάλειψη της προσημείωσης υποθήκης, ματαιώθηκε οριστικά η πώληση της εν λόγω κατοικίας και αυτοί περιήλθαν σε πλήρη αδυναμία να καταβάλουν εμπροθέσμως τις ληξιπρόθεσμες δόσεις του δανείου, οπότε η καθ` ης κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση δανείου και εξέδωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, με αποτέλεσμα να υποστούν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη. Ο λόγος αυτός της ανακοπής, είναι νόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδριάσεως και τα νόμιμα με επίκληση προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, αποδείχθηκαν, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ` αριθ. ............/03.05-2007 σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου και της υπ` αριθ. ............/10.11.2008 πράξης τροποποίησης που συνάφθηκε μεταξύ της πρώτης ανακόπτουσας, η οποία είναι κατασκευαστική εταιρία και ασχολείται με την κατασκευή πολυώροφων οικοδομών ή συγκροτημάτων οικοδομών ή μονοκατοικιών και πάσης φύσεως κτιρίων ή σε ιδιόκτητα οικόπεδα ή σε οικόπεδα τρίτων με το σύστημα της αντιπαροχής και της καθ` ης η ανακοπή, στο Υποκατάστημα Ασβεστοχωρίου της τελευταίας, χορηγήθηκε στην άνω ανακόπτουσα τοκοχρεωλυτικό δάνειο ύψους τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ, για την ανέγερση - αποπεράτωση ενός συγκροτήματος εξοχικών κατοικιών στην περιοχή «Σταυρονικήτα» Χαλκιδικής. Το ως άνω χορηγηθέν δάνειο, το οποίο συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε 60 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με τελικό έτος εξόφλησης το 2012, εκταμιεύθηκε την 16.5.2007 και εξυπηρετήθηκε από τον με αριθμό ............ λογαριασμό παρακολούθησης. Ρητά μάλιστα είχε συμφωνηθεί καθ` ομολογία και της καθ` ης, ότι για την αποπληρωμή του δανείου η πρώτη ανακόπτουσα - δανειολήπτρια, είχε δικαίωμα να προβαίνει σε μερικές αποπληρωμές, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην σύμβαση, κάθε φορά που αυτή πωλούσε κάποια από τις εξοχικές κατοικίες ιδιοκτησίας της τρίτης των ανακοπτόντων, που βρίσκονταν στη Νικήτη Χαλκιδικής και εισέπραττε το τίμημα της εκάστοτε πώλησης. Μάλιστα, όπως είχε συμφωνηθεί αλλά και όπως συνηθίζεται να γίνεται στην τραπεζική πρακτική καθ` ομολογία της καθ` ης, η πρώτη ανακόπτουσα θα έπρεπε να υποβάλει προηγουμένως προς την καθ` ης έγγραφο αίτημα με το οποίο να ζητεί να της χορηγηθεί επιστολή δέσμευσης της για την συναίνεση στην εξάλειψη της υπέρ αυτής εγγραφείσας προσημείωσης υποθήκης από το εκάστοτε προς πώληση ακίνητο, πριν την σύμβαση πώλησης και ακολούθως, μετά την κατάρτιση της σύμβασης πώλησης, το τίμημα από τον εκάστοτε αγοραστή να καταβάλλεται απευθείας στην καθ` ης έναντι του οφειλομένου υπολοίπου του δανείου. Την ως άνω σύμβαση δανείου υπέγραψαν ως εγγυητές ο δεύτερος και η τρίτη των ανακοπτόντων και περαιτέρω προς εξασφάλιση της απαίτησης της καθ` ης από την ανωτέρω σύμβαση δανείου, ενεγράφη την 11η Μαΐου 2007, στον τόμο ... και με αριθμό ..., των βιβλίων υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς Χαλκιδικής, προσημείωση υποθήκης α` σειράς, ποσού τετρακοσίων τριάντα επτά χιλιάδων πεντακοσίων (437.500) ευρώ, υπέρ της καθ` ης και κατά της τρίτης των ανακοπτόντων, δυνάμει της με αριθμό 903/2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής, επί τριών εξοχικών κατοικιών και δη δύο μεζονέτων και ενός διαμερίσματος στην Νικήτη Χαλκιδικής, επί οικοπέδου ιδιοκτησίας της τρίτης ανακόπτουσας. Ακολούθως αποδείχθηκε όπ λίγους μήνες αργότερα, δυνάμει της υπ` αριθ. ............/30-10-2007 σύμβασης χρεολυτικού δανείου, που συνάφθηκε και πάλι μεταξύ της καθ` ης και την πρώτης ανακόπτουσας, την τήρηση των όρων της οποίας εγγυήθηκαν και πάλι ο δεύτερος και η τρίτη των ανακοπτόντων, χορηγήθηκε στην πρώτη ανακόπτουσα νέο τοκοχρεωλυτικό δάνειο ύψους 200.000 ευρώ, με σκοπό την αποπεράτωση του ιδίου ως άνω αναφερόμενου συγκροτήματος εξοχικών κατοικιών που η πρώτη ανακόπτουσα κατασκεύαζε στη θέση «Σταυρονικήτα» Χαλκιδικής. Το εν λόγω χορηγηθέν δάνειο, συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε τριμηνιαίες, ισόποσες, συνεχείς, χρεωλυτικές δόσεις, με τελικό έτος εξόφλησης το 2010 και ακολούθως πριν την εκταμίευσή του που έλαβε χώρα την 12.11.2007, προς εξασφάλιση της απαίτησης της καθ` ης από την ανωτέρω σύμβαση, ενεγράφη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Κασσάνδρας Χαλκιδικής, προσημείωση υποθήκης α` σειράς, ποσού διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, υπέρ της καθ` ης και κατά της τρίτης των ανακοπτόντων, δυνάμει της με αριθμό 2168/2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής, επί των υπό ανέγερση από την πρώτη ανακόπτουσα εξοχικών κατοικιών στη θέση «Σταυρονικήτα» Χαλκιδικής, επί οικοπέδου ιδιοκτησίας της τρίτης ανακόπτουσας. Περί τα μέσα του έτους 2008 η πρώτη ανακόπτουσα υπέβαλε αίτημα στην καθ` ης σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικού, στο ως άνω δάνειο των 200.000 ευρώ, δανείου συνολικού ποσού 100.000 ευρώ και η τελευταία την διαβεβαίωσε για τη σύναψη αντίστοιχης συμπληρωματικής σύμβασης και λήψη δανείου ποσού 100.000 ευρώ, πλην όμως απαίτησε τη διενέργεια αυτοψίας επί του υπό ανέγερση κτιριακού συγκροτήματος, όπερ και εγένετο με την πολιτικό μηχανικό της καθ` ης, ονόματι ............ και ακολούθως απαίτησε την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της πρώτης ανακόπτουσας, γεγονός που επίσης έπραξε η πρώτη ανακόπτουσα (βλ. το με αριθμό φύλλου 12093/24.10.2008 ΦΕΚ Ανωνύμων εταιρειών και εταιρειών περιορισμένης ευθύνης), συμμορφούμενη πλήρως στις απαιτήσεις της καθ` ης για την εκ νέου δανειοδότησή της, επωμιζόμενη μάλιστα η ίδια και όλα τα σχετικά έξοδα προς τούτο. Περαιτέρω όμως η καθ` ης αδικαιολόγητα δεν προέβη στην χορήγηση του νέου συμπληρωματικού δανείου που είχε υποσχεθεί στην πρώτη ανακόπτουσα, χωρίς καμία περαιτέρω διευκρίνιση, εξήγηση ή αιτιολογία για την στάση της αυτή. Παρά ταύτα, η πρώτη ανακόπτουσα συνέχισε να είναι ουνεπής ως προς την εμπρόθεσμη εξόφληση των συμφωνημένων δόσεων των ως άνω δύο δανείων και την 22.1.2009, επειδή ακριβώς είχε εξεύρει αγοραστή για την πώληση μίας μεζονέτας από τις υπό κατασκευή κατοικίες στη θέση Σταυρονικήτα Χαλκιδικής, υπέβαλε προς την καθ` ης το από 22.1.2009 έγγραφο αίτημα με το οποίο ζητούσε να της χορηγηθεί επιστολή δέσμευσης της για την συναίνεση στην εξάλειψη της υπέρ αυτής εγγραφείσας προσημείωσης υποθήκης από το προς πώληση ακίνητο, ώστε με το επισπραχθέν τίμημα να εξοφλήσει το ως άνω δεύτερο δάνειο ποσού 200.000 ευρώ. Η καθ` ης με την από 4/2/2009 απαντητική επιστολή της δήλωσε ότι θα συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης εφόσον εξοφληθούν οι απαιτήσεις της που εξασφαλίζονται με το εμπράγματο αυτό βάρος και ακολούθως την 30/03/2009 η πρώτη ανακόπτουσα εξόφλησε με το εισπραχθέν τίμημα πλήρως και ολοσχερώς το υπόλοιπο ποσό του δεύτερου ως άνω δανείου, που ανερχόταν κατά την ημέρα εκείνη στο ποσό των 202.176,68 ευρώ και η καθ` ης έδωσε εντολή στα αρμόδια όργανα της για εξάλειψη της προσημείωσης, όπερ και εγένετο. Περαιτέρω, αναφορικά με το πρώτο δάνειο της υπ` αριθ. ............/03-05.2007 ένδικης σύμβασης, των 350.000 ευρώ, για την λογιστική παρακολούθηση της οποίας τηρήθηκε ο υπ` αριθ. ............ λογαριασμός, αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτπουσα, λόγω της επερχόμενης οικονομικής κρίσης που έπληξε την Ελλάδα και ιδιαίτερα τον κατασκευαστικό κλάδο των οικοδομικών επιχειρήσεων στον οποίο αυτή δραστηριοποιείται, υπέβαλε ήδη περί τα τέλη του έτους 2008 αίτημα προς την καθ` ης για την μείωση του ποσού των δόσεων του δανείου αυτού, πλην όμως η καθ` ης ουδόλως απάντησε, ενώ η πρώτη ανακόπτουσα συνέχισε μέχρι τον Φεβρουάριο του έτους 2009 να πληρώνει εμπροθέσμως τις ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτού και έκτοτε άρχισε να πιέζει εκ νέου την καθ` ης για εξέταση του αιτήματος της για παροχή προς αυτήν διευκόλυνσης, ήτοι περιόδου χάριτος ως προς την καταβολή του κεφαλαίου με την ταυτόχρονη καταβολή μόνον τόκων. Εν συνεχεία η πρώτη ανακόπτουσα καθυστέρησε την καταβολή μέρους της δόσης του μηνός Μαρτίου και ολόκληρη τη δόση του μηνός Απριλίου 2009, οπότε η καθ` ης της απέστειλε την από 12.5.2009 επιστολή της με την οποία ενημέρωσε την πρώτη ανακόπτουσα για την καθυστέρηση των εν λόγω δόσεων του δανείου και την καλούσε για την άμεση πληρωμή τους, εντός προθεσμίας πέντε ημερών από τη λήψη της επιστολής, χωρίς να δίνει οποιαδήποτε απάντηση στο προηγούμενο αίτημα της ανακόπτουσας για παροχή διευκόλυνσης. Τότε η πρώτη ανακόπτουσα απέστειλε αρχικώς την από 27.5.2009 επιστολή της, με την οποία διαμαρτυρόταν έντονα στην καθ` ης για την αδιάφορη στάση της στο υποβληθέν αίτημά της και την καλούσε να το εξετάσει άμεσα, πλην όμως η τελευταία και πάλι δεν απάντησε, οπότε η πρώτη ανακόπτουσα της απέστειλε εκ νέου την από 10.6.2009 εξώδικη διαμαρτυρίας της, με παρόμοιο περιεχόμενο, επισημαίνοντας μάλιστα την μέχρι τότε συνεπή στάση της απέναντι στην καθ` ης ως προς την εξόφληση του προηγούμενου δανείου των 200.000 ευρώ και της εφιστούσε την προσοχή να την λάβει σοβαρά υπόψη. Τότε πλέον η καθ` ης δέχθηκε και υπογράφηκε η από 30.6.2009 με αριθμό ............ πρόσθετη πράξη, με την οποία χορηγήθηκε στην ανακόπτουσα περίοδος χάριτος διάρκειας έξι (6) μηνών, αρχόμενη την 16.07.2009 και λήγουσα την 16.01.2010, σύμφωνα με την οποία κατά το διάστημα αυτό υπήρχε υποχρέωση μηνιαίας καταβολής μόνον των τόκων. Ακολούθως, δυνάμει νέου από 21.01.2010 εγγράφου αιτήματος της πρώτης ανακόπτουσας για χορήγηση περαιτέρω περιόδου χάριτος σ` αυτήν, υπογράφηκε την 31η.03.2010 η υπ` αριθ. ............ πρόσθετη πράξη, με την οποία: α) χορηγήθηκε σ` αυτήν νέα περίοδος χάριτος διάρκειας δέκα (10) μηνών, αρχόμενης την 16.03-2010 και λήγουσας την 16.12.2010, κατά την οποία και πάλι υπήρχε υποχρέωση καταβολής μόνον των τόκων, β) έλαβε χώρα κεφαλαιοποίηση των δόσεων του χρονικού διαστήματος από 16.1.2009 έως 16.02.2010, γ) συμφωνήθηκε η εξόφληση του δανείου σε 17 συνεχείς τοκοχρεολυτικές δόσεις, η πρώτη από τις οποίες θα έπρεπε να καταβληθεί την 16.1.2011 και κάθε μία από τις επόμενες την ίδια ημερομηνία των επόμενων, μετά την πάροδο της αυτής χρονικής περιόδου, μηνών, με τελικό έτος εξόφλησης το 2012 και δ) συμφωνήθηκε ότι ειδικά για, το διάστημα από 16.1.2011 έως 16.6.2011, η πρώτη ανακόπτουσα θα έπρεπε να καταβάλει μόνο το 50% της προσδιοριζόμενης κατά τη σύμβαση τοκοχρεολυτικής δόσης, ενώ το υπόλοιπο της κάθε μίας από τις δόσεις αυτές θα κεφαλοποιούνταν επιμεριζόμενο στις δόσεις που έπονταν της άνω χρονικής περιόδου. Παράλληλα η πρώτη ανακόπτουσα αρχές Μαρτίου 2010, επειδή ακριβώς είχε εξεύρει ως αγοραστή τον ............ για την πώληση μίας κατοικίας στη Νικήτη Χαλκιδικής (η οποία αποτελούσε μία από τις προαναφερόμενες τρεις εξοχικές κατοικίες επί των οποίων είχε εγγραφεί προσημείωση υποθήκης υπέρ της καθ` ης για την εμπράγματη εξασφάλιση του εν λόγω δανείου), υπέβαλε προς την καθ` ης έγγραφο αίτημα με το οποίο ζητούσε να της χορηγηθεί επιστολή δέσμευσής της για την συναίνεση στην εξάλειψη της υπέρ αυτής εγγραφείσας προσημείωσης υποθήκης από το προς πώληση ακίνητο, ώστε με το επισπραχθέν τίμημα αυτού να εξοφλήσει μέρος του εν λόγω δανείου (ποσού 350.οοο ευρώ). Η καθ` ης εξέτασε το αίτημα αυτό με το από 27.4.2010 έγγραφο της και δήλωσε ότι θα συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης εφόσον εξοφληθούν οι απαιτήσεις της που εξασφαλίζονται με το εμπράγματο αυτό βάρος και ακολούθως την 12.5.2010 η πρώτη ανακόπτουσα κατέβαλε το εισπραχθέν τίμημα, ποσού 68.233,90 ευρώ έναντι του υπολοίπου ποσού του δανείου, που ανερχόταν κατά την ημέρα εκείνη στο ποσό των 246.051,71 ευρώ, οπότε και απέμεινε υπόλοιπο οφειλής ποσού 177.817,81 ευρώ και η καθ` ης έδωσε εντολή στα αρμόδια όργανα της για εξάλειψη της προσημείωσης, όπερ και εγένετο. Παράλληλα με τον ως άνω αγοραστή, αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτουσα είχε εξεύρει αρχές Μαρτίου 2010 και έτερο αγοραστή για την πώληση μίας άλλης κατοικίας στη Νικήτη Χαλκιδικής (η οποία αποτελούσε μία από τις προαναφερόμενες τρεις εξοχικές κατοικίες επί των οποίων είχε εγγραφεί προσημείωση υποθήκης υπέρ της καθ` ης για την εμπράγματη εξασφάλιση του εν λόγω δανείου) και υπέβαλε προς την καθ` ης προφορικό αίτημα με το οποίο ζητούσε να της χορηγηθεί επιστολή δέσμευσης της για την συναίνεση στην εξάλειψη της υπέρ αυτής εγγραφείσας προσημείωσης υποθήκης από το προς πώληση ακίνητο, ώστε με το εισπραχθέν τίμημα αυτού ανερχόμενου στο ποσό των 60.000 ευρώ, να εξοφλήσει μέρος του εν λόγω δανείου (ποσού 350.000 ευρώ). Ενόψει των προφορικών διαβεβαιώσεων της καθ` ης ότι θα συναινέσει και πάλι στην μερική εξάλειψη της εν λόγω προσημείωσης με την καταβολή σ` αυτήν του τιμήματος των όο.οοο ευρώ, η πρώτη ανακόπτουσα υπέγραψε με την υποψήφια αγοράστρια ............, το από 10.3.2010 ιδιωτικό συμφωνητικό, με το οποίο η πρώτη υποσχέθηκε τη μεταβίβαση του εν λόγω ακινήτου προς τη δεύτερη, αντί του συνολικού τιμήματος των 50.000 ευρώ και έλαβε η πρώτη ταυτόχρονα ως προκαταβολή έναντι του άνω τιμήματος, το ποσό των 5.000 ευρώ, με την περαιτέρω συμφωνία η εξόφληση του υπόλοιπου τιμήματος των 55.000 ευρώ να γίνει με την σύνταξη του οριστικού συμβολαίου, το οποίο θα καταρτιζόταν μετά τη χορήγηση στην άνω αγοράστρια ειδικής άδειας από το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας, περί άρσης απαγόρευσης του ν. 1892/1990. Γινόταν δε αναφορά στο εν λόγω ιδιωτικό συμφωνητικό περί της εγγραφής προσημείωσης επί του εν λόγω ακινήτου υπέρ της καθ` ης και ότι το τίμημα αυτού θα καταβαλλόταν από την αγοράστρια απευθείας στην καθ` ης, προκειμένου η τελευταία να συναινέσει στην άρση της προσημείωσης που ήταν εγγεγραμμένη επ` αυτού. Κατά τη διάρκεια αναμονής της προσκόμισης από την άνω αγοράστρια της απόφασης περί άρσης της απαγόρευσης του άρθρου 25 παρ. 1 του Ν. 1892/1990, ώστε να ακολουθήσει η σύνταξη του οριστικού συμβολαίου πώλησης του εν λόγω ακινήτου προς αυτήν και ακολούθως να αρθεί η προσημείωση που αντιστοιχούσε σε αυτό, η καθ` ης με την υπ` αριθ. ............/21.09.2010 πρόσθετη πράξη δέχθηκε: α) κεφαλαιοποίηση των ανεξόφλητων δόσεων του χρονικού διαστήματος από 16.04.2010 έως 15.12.2010 και β) συνέχιση της περιόδου χάριτος μέχρι την 15.12.2010 και κεφαλαιοποίηση των τόκων της περιόδου

αυτής με επιμερισμό τους στις υπολειπόμενες δόσεις. Ακολούθως αποδείχθηκε ότι εκδόθηκε η από 24.1.2011 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Αμυνας, με την οποία ήρθη η απαγόρευση του άρθρου 25 παρ. 1 του Ν. 1892/1990 ως προς την άνω αγοράστρια ............ αναφορικά με την αγορά του εν λόγω ακινήτου και αυτή προσκόμισε την απόφαση αυτή στην πρώτη ανακόπτουσα, προκειμένου να καταρτισθεί η προσυμφωνημένη σύμβαση πώλησης. Ετσι η πρώτη ανακόπτουσα απευθύνθηκε τέλη Ιανουαρίου του έτους 2011 στη διευθύντρια του Υποκαταστήματος της καθ` ης στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης και αφού την ενημέρωσε για την άρση της εν λόγω απαγόρευσης, της ζήτησε να της χορηγηθεί επιστολή δέσμευσης της καθ` ης για την συναίνεση στην εξάλειψη της υπέρ αυτής εγγραφείσας προσημείωσης υποθήκης από το προς πώληση ακίνητο, όπως είχαν συμφωνήσει από τις αρχές Μαρτίου του έτους 2010. Ακολούθως αποδείχθηκε ότι η καθ` ης κωλυσιεργούσε, μολονότι γνώριζε εξ` αρχής ότι η πρώτη ανακόπτουσα δεν διαθέτει ίδια κεφάλαια για την αποπληρωμή των δόσεων του δανείου, ότι η εξόφληση αυτών γινόταν μέσω της πώλησης των ακινήτων που κατασκεύαζε αλλά και ότι εξαιτίας της καθυστέρησής της κινδύνευε να ματαιωθεί η πώληση, διότι όπως είναι τοις πάσι γνωστό οι αγοραστές δεν περιμένουν επ` αόριστον τους πωλητές, τη στιγμή μάλιστα που λόγω της οικονομικής κρίσης οι ευκαιρίες για τους πρώτους είναι πλέον πολλές και μπορούν να διαπραγματεύονται έχοντας τον πρώτο λόγο. Αδικαιολόγητα λοιπόν η καθ` ης, χωρίς καμία αρχική εξήγηση, εκώφευσε στο αγωνιώδες αίτημα της πρώτης ανακόπτουσας και στις συνεχείς οχλήσεις και διαμαρτυρίες αυτής, που ήταν ιδιαίτερα έντονες και αντί να δώσει την έγγραφη δέσμευσή της ότι θα συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης, ξαφνικά τον Απρίλιο του έτους 2011 δήλωσε προφορικά στην πρώτη ανακόπτουσα ότι δεν συμφωνεί με την πώληση του ακινήτου στο ποσό των 60.000 ευρώ αλλά απαίτησε το τίμημα να ανέλθει στο ποσό των 100.000 ευρώ προκειμένου εν συνεχεία να καταβληθεί στην ίδια (καθ` ης) και ακολούθως ζήτησε να γίνει επανεκτίμηση του ακινήτου, γεγονός που ήξερε ότι θα επιφέρει επιπλέον καθυστέρηση και που είχε ακολούθως ως αποτέλεσμα, να χαθεί η εμπιστοσύνη της ως άνω αγοράστριας ............ στο πρόσωπο της ανακόπτουσας, να αποσύρει αυτή το ενδιαφέρον της για την αγορά της εν λόγω κατοικίας και να ματαιωθεί οριστικά η σύμβαση πώλησης της ένδικης κατοικίας. Η προβολή εκ μέρους της καθ` ης των ανωτέρω ισχυρισμών έναντι της πρώτης ανακόπτουσας, για πρώτη φορά τον Απρίλιο του έτους 2011 κρίνεται από το Δικαστήριο αδικαιολόγητη και προσχηματική και τούτο για τους εξής λόγους. Αδικαιολόγητη διότι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, αυτή είχε ήδη συμφωνήσει στην εξάλειψη της προσημείωσης επί του εν λόγω ακινήτου με την καταβολή προς αυτήν του τιμήματος των 60.000 ευρώ, γνωρίζοντας ότι το ποσό αυτό αντιστοιχούσε στην κατά τον χρόνο εκείνο πραγματική εμπορική αξία του εν λόγω ακινήτου και όχι των 100.000 ευρώ που αίφνης και αδικαιολόγητα απαιτούσε αυτή. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται από την σύγκριση της περιγραφής των δύο ακινήτων της τρίτης ανακόπτουσας, ήτοι μεταξύ αυτού που πωλήθηκε προηγουμένως στον Ηλία Βαβαρούτσο αντί τιμήματος 68.233,90 ευρώ και για το οποίο η καθ` ης συναίνεσε στην εξάλειψη της εγγραφείσας προσημείωσης επ` αυτού με την καταβολή σ` αυτήν του άνω ποσού και μεταξύ αυτού που θα αγόραζε η ............, αντί τιμήματος 60.000 ευρώ που θα καταβαλλόταν στην καθ` ης, από την οποία (σύγκριση) ασφαλώς προκύπτει ότι το πρώτο ακίνητο υπερείχε οικονομικώς του δεύτερου ακινήτου, καθόσον πρόκειται για δύο ακίνητα που βρίσκονταν στο ίδιο κτίριο Ζ και από τα οποία το πρώτο ήταν μεζονέτα, αποτελούμενη από δύο ορόφους, ήτοι υπόγειο εμβαδού 21 τ.μ. και ισόγειο εμβαδού 33,60 τ.μ., και η καθ` ης είχε συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης με την καταβολή σ` αυτήν του ποσού των 68.233,90 ευρώ, ενώ το δεύτερο ακίνητο (που θα πωλούνταν στην ............) ήταν διαμέρισμα εμβαδού 33,60 τ.μ. και η καθ` ης απαιτούσε την καταβολή προς αυτήν του τιμήματος 100.000 ευρώ ενώ η αξία του δεν θα μπορούσε να υπερβαίνει την αξία του πρώτου ακινήτου και ως εκ τούτου δε θα μπορούσε να ανέλθει στο ποσό των 100.000 ευρώ που αδικαιολόγητα ζητούσε αίφνης τον Απρίλιο του έτους 2011 η καθ` ης. Προσχηματική δε κρίνεται η ως άνω απαίτηση της καθ` ης για εκτίμηση του εν λόγω ακινήτου, καθόσον είχε προσυμφωνήσει να συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης με την καταβολή σ` αυτήν του ποσού των 60.000 ευρώ και δεν υπήρχε κανένας απολύτως λόγος να γίνει επανεκτίμηση του ακινήτου, λαμβανομένου υπόψη ότι λόγω της οικονομικής κρίσης η αξία αυτού σε κάθε περίπτωση δεν ήταν δυνατόν να έχει αυξηθεί από την αρχική του εκτίμηση, όπως άλλωστε επιβεβαίωσε και ο μάρτυρας της καθ` ης κατά την εξέταση του ενώπιον του ακροατηρίου, απεναντίας θα μπορούσε να έχει μειωθεί η αξία του, πλην όμως η επανεκτίμηση του ακινήτου αυτού θα είχε σημασία για την καθ` ης μόνον για την περίπτωση που η πρώτη ανακόπτουσα της δήλωνε ότι τελικώς μειώθηκε η αξία του ακινήτου και ο αγοραστής δεν συμφωνεί να καταβάλει το συμφωνηθέν τίμημα των 60.000 ευρώ, αλλά μικρότερο από αυτό το ποσό, πράγμα το οποίο όμως δεν συνέβη ποτέ. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η καθ` ης προφασίστηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο του έτους 2011 την επανεκτίμηση του ακινήτου, με μοναδικό σκοπό να ματαιώσει την πώληση του ακινήτου στο συμφωνηθέν τίμημα των 60.00 ευρώ. Αλλωστε και ίδιος ο μάρτυρας της καθ` ης, μολονότι κατέθεσε ότι η αξία του εν λόγω ακινήτου δεν είχε αυξηθεί από το έτος 2010 μέχρι το έτος 2011, εντούτοις δεν έδωσε κάποια απάντηση στο ερώτημα που του τέθηκε σχετικά με το πού αποσκοπούσε η απαίτηση της καθ` ης για επανεκτίμηση του ακινήτου, ενώ παράλληλα ο ίδιος μάρτυρας, μολονότι απέκρυψε το γεγονός ότι η καθ` ης αρνούνταν να συναινέσει στην εξάλειψη επειδή διαφωνούσε με το καταβληθέν σ` αυτή από την αγοράστρια τίμημα των 60.000 ευρώ, ωστόσο δεν μπόρεσε να δώσει κάποια λογική εξήγηση για τον λόγο που τελικώς η καθ` ης αρνήθηκε να συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης. Μάλιστα αυτός, αντί των ως άνω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, θεώρησε πιθανότερο το ενδεχόμενο να είχε περιπέσει το αίτημα της πρώτης ανακόπτουσας σε κάποιο συρτάρι της καθ` ης και να μην είχε προωθηθεί στον αρμόδιο υπάλληλο της καθ` ης σε κεντρικό κατάστημα της εντός της Θεσσαλονίκης. Ασφαλώς ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος, λαμβανομένης υπόψη της αγωνίας της πρώτης ανακόπτουσας και των συνεπεία αυτής αλλεπάλληλων ερωτημάτων και οχλήσεων που απεύθυνε προς τον Διευθυντή του Υποκαταστήματος του Ασβεστοχωρίου της καθ` ης, ο οποίος και να ήθελε να το ξεχάσει, δεν τον άφηνε η πρώτη ανακόπτουσα. Η πρώτη ανακόπτουσα διαμαρτυρόμενη έντονα για την ως άνω ολιγωρία της καθ` ης, απέστειλε στην τελευταία την από 29.6.2011 εξώδικη διαμαρτυρία της, με την οποία αφού περιέγραφε όλα όσα συνέβησαν από την αρχή της συνεργασίας τους μέχρι την ματαίωση της σύμβασης πώλησης του ακινήτου της από υπαιτιότητα της καθ` ης, την καλούσε να αγοράσει το ακίνητο αυτό καθώς και το έτερο ακίνητο επί του οποίου είχε εγγραφεί προσημείωση, αντί του συνολικού ποσού των 180.000 ευρώ και να διαγραφεί το υπόλοιπο της οφειλής της από το εν λόγω δάνειο. Αποτέλεσμα της άρνησης της καθ` ης να συναινέσει στην εξάλειψη της εν λόγω προσημείωσης και της συνεπεία αυτής ματαίωσης της πώλησης του ακίνητου της τρίτης ανακόπτουσας, ήταν η ανεπανόρθωτη βλάβη της πρώτης ανακόπτουσας, η οποία αδυνατώντας να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της καθ` ης τράπεζας, οδηγήθηκε έκτοτε στην αναγκαστική μη αποπληρωμή των δόσεων του ένδικου δανείου, μολονότι μέσω της πώλησης των κατοικιών επί των οποίων είχε εγγραφεί προσημείωση υπέρ της καθ` ης σκόπευε να αποπληρώσει σταδιακά το ληφθέν από την καθ` ης δάνειο. Εξάλλου η πρώτη ανακόπτουσα δεν είχε την δυνατότητα να απευθυνθεί σε κάποιο άλλο πιστωτικό ίδρυμα για τη χρηματοδότηση της, αφού ήδη με παρότρυνση του διευθυντή της καθ` ης είχε μεταφέρει όλες τις τραπεζικές συναλλαγές της και τα δάνεια της στην καθ` ης και ήταν εξ αυτού του λόγου άμεσα εξαρτώμενη από τον χειρισμό εκ μέρους της καθ` ης των συμβάσεων των δανείων της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο τηρηθείς για την εξυπηρέτηση της ένδικης σύμβασης δανείου λογαριασμός κινήθηκε μέχρι την 20.12.2011, οπότε η καθ` ης, επικαλούμενη ότι η πρώτη ανακόπτουσα δεν είχε επιδείξει συνέπεια στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων της, κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση δανείου και έκλεισε τον λογαριασμό και με την από 20.12.2011 επιστολή της γνωστοποίησε εγγράφως στους ανακόπτοντες ότι το κατά το οριστικό κλείσιμο χρεωστικό εις βάρος της πρώτης ανακόπτουσας υπόλοιπο ανερχόταν σε 203.689,41 ευρώ και κάλεσε τους ανακόπτοντες σε καταβολή του. Στη συνέχεια δε η καθ` ης αιτήθηκε την έκδοση της ένδικης διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες να της καταβάλλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 203.689,41 ευρώ πλέον τόκων. Η καταγγελία της ένδικης σύμβασης και η συνακόλουθη έκδοση της ένδικης διαταγής πληρωμής, έγινε βέβαια κατά τα άρθρα 6 και 10 της ένδικης σύμβασης δανείου, σύμφωνα με τα οποία η καθ` ης τράπεζα διατηρεί το δικαίωμά της να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση υπερημερίας της πρώτης ανακόπτουσας ως προς την καταβολή των δόσεων του δανείου, όμως η πιο πάνω άσκηση του δικαιώματος αυτού υπερβαίνει καταφανώς τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της καταγγελίας και προσκρούει στα χρηστά ήθη, τα δε οικονομικά προβλήματα που εμφάνισε η ανακόπτουσα και οδήγησαν στην υπερημερία της, ήταν απόρροια της παραπάνω άρνησης της καθ` ης τράπεζας να συναινέσει στην εξάλειψη της προσημείωσης επί του προαναφερόμενου ακινήτου της πρώτης ανακόπτουσας και της συνεπεία της άρνησης αυτής ματαίωσης της πώλησης, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι υφίστατο ανυπαρξία κινδύνου για τα συμφέροντα της καθ` ης από τη λειτουργία της μεταξύ τους σύμβασης, με δεδομένο ότι οι απαιτήσεις της καθ` ης από την όλη λειτουργία της ένδικης σύμβασης καλύπτονταν με επαρκείς εμπράγματες εξασφαλίσεις επί του τρίτου εναπομείναντος ακινήτου της τρίτης ανακόπτουσας, επί του οποίου υπήρχε εγγραμμένη προσημείωση υποθήκης και η εμπορική αξία του οποίου αποδείχθηκε ότι ανερχόταν στο ποσό των 130.000 ευρώ. Εξάλλου η ενάσκηση των δικαιωμάτων της καθ` ης τράπεζας έναντι της δανειολήπτριας 1ης ανακόπτουσας θα πρέπει να διέπεται από τις αρχές της καλής πίστεως και των χρηστών συναλλακτικών ηθών (ΑΚ 178, 200, 288), οι οποίες επιβάλουν - λόγω και της φύσεως της πιστωτικής σχέσεως ως διαρκούς ενοχικής σχέσης ιδιαίτερης εμπιστοσύνης μεταξύ των συμβαλλομένων μερών - την υποχρέωση πίστης και προστασίας εν γένει των συμφερόντων των πελατών της, έτσι ώστε να αποφεύγεται κάθε υπέρμετρα επαχθής συνέπεια, ικανή να επιφέρει βλάβη σ` αυτούς (δανειολήπτες). Ειδικότερα, η προαναφερόμενη συμπεριφορά της καθ` ης τράπεζας που προηγήθηκε της άρνησής της για συναίνεση στη εξάλειψη της προαναφερόμενης προσημείωσης, σε συνδυασμό με την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε στο μεσοδιάστημα, δημιούργησαν στους ανακόπτοντες την εύλογη πεποίθηση ότι ο η καθ` ης θα συναινούσε στην εξάλειψη της προσημείωσης του εν λόγω ακίνητου με την καταβολή σ` αυτήν του ποσού των 60.000 ευρώ και μ` αυτόν τον τρόπο θα εξοφλούσαν μέρος της οφειλής τους και θα είχαν τη δυνατότητα να κερδίσουν χρόνο για τη διαπραγμάτευση του υπολοίπου ποσού της οφειλής τους, με αποτέλεσμα η μεταστροφή της στάσης της και η απαίτηση της για πώληση του εν λόγω ακινήτου αντί καταβληθέντος σ` αυτήν την ίδια τιμήματος ποσού 100.000 ευρώ, να προκαλέσει επαχθείς συνέπειες στους ανακόπτοντες και να εμφανίζεται έτσι αδικαιολόγητη και καταχρηστική. Αλλωστε από όλα τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτουσα είχε ως πρώτιστο σκοπό της την αποπληρωμή των οφειλών της προς την καθ` ης και προσπαθούσε ανελλιπώς να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της, μεριμνώντας πάντοτε, με την είσπραξη του τιμήματος από την πώληση των κατοικιών της τρίτης ανακόπτουσας, να εξοφλεί πρωτίστως τις ληξιπρόθεσμες δόσεις του δανείου της. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι ανακόπτοντες εξόφλησαν εμπρόθεσμα και μάλιστα πριν τη λήξη του το προρρηθέν δάνειο των 200.000 ευρώ, γεγονός που όφειλε η καθ` ης να λάβει υπόψη της και να συνεκτιμήσει για τη συνολική στάση της απέναντι στην πρώτη ανακόπτουσα, η οποία λόγω της οικονομικής κρίσης αγωνιούσε να πωλήσει τις κατοικίες της και να αποπληρώσει εγκαίρως τις οφειλές της προς την καθ` ης. Μόνη δε η υπερημερία της πρώτης ανακόπτουσας να εξοφλήσει την οφειλή της από μία πιστωτική κάρτα, που δεν υπερέβαινε το ποσό των 10.000 ευρώ, δεν αρκεί για να ανατρέψει την εικόνα της πρώτης ανακόπτουσας ως φερέγγυας και αξιόπιστης οφειλέτριας της καθ` ης, όπως αβάσιμα επικαλείται η τελευταία. Συνακόλουθα η άνω καταγγελία της ένδικης σύμβασης είναι άκυρη ως καταχρηστική, δεδομένου ότι ασκήθηκε κατά παράβαση των συναλλακτικών χρηστών ηθών και υπερέβη καταφανώς τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της καταγγελίας και είναι απαγορευμένη (και γι` αυτό άκυρη), δοθέντος ότι επιχειρήθηκε χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο οικονομικό της όφελος και με ζημία αποκλειστικά των ανακοπτόντων, αναντίστοιχη με το περιουσιακό κέρδος της καθ` ης.Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει, κατά παραδοχή του ως άνω λόγου της ανακοπής και ως ουσία βάσιμου, να γίνει δεκτή η ανακοπή ως βάσιμη κατ` ουσία, παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών λόγων αυτής και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής (άρθρο 633 παρ. 1 ΚΠολΔ). Τέλος τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, πρέπει επιβληθούν σε βάρος της καθ` ης η ανακοπή λόγω της ήττας της (άρ. 176 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ` αριθ. 1829/2012 Διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ` ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ.


ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη την 2η Ιουνίου 2014 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στη Θεσσαλονίκη την 20η Ιουνίου 2014.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Δημοφιλείς αναρτήσεις